Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ποια είναι η θέση της Εκκλησίας για τις μεταμοσχεύσεις;

Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΩΡΕΑ ΟΡΓΑΝΩΝ

 

ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ

ΗΘΙΚΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ

Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

1) Η Εκκλησία, αντικρύζει τις μεταμοσχεύσεις, όπως και κάθε τι που σχετίζεται με την υγεία του ανθρώπου και την πάλη του με τον θάνατο, με ιδιαίτερη συμπάθεια, κατανόηση και αίσθημα σοβαρότητος. Αντιλαμβάνεται και το μέγεθος του προβλήματος και τις δυνατότητες που παρέχουν οι μεταμοσχεύσεις καθώς και το μεγάλο της χρέος απέναντι στην κοινωνία, στην ιατρική πράξη, στους λήπτες αλλά και στους δυνητικούς δότες. Και τον λήπτη θέλει να βοηθήσει, αλλά και τον δωρητή οφείλει να σεβασθεί.

2) Το κριτήριο της εκκλησιαστικής ηθικής των μεταμοσχεύσεων, όπως και κάθε προβλήματος, είναι πνευματικό. Αν κάτι βλάπτει την ψυχή η υποβιβάζει τις πνευματικές αξίες, ανεπιφύλακτα το απορρίπτει. Αντιθέτως, εάν το επί μέρους επιστημονικό επίτευγμα είναι συμβατό με την θεολογική παράδοση, διδασκαλία και εμπειρία της, την ιδιοφυή ανακάλυψη την αντιμετωπίζει με την τόλμη της πνευματικής καινοτομίας της. Ούτε με τον ορθολογιστικό σχολαστικισμό έχει σχέση, ούτε σε πολιτικές σκοπιμότητες υποχωρεί, ούτε με την εκκοσμίκευση συντάσσεται.

3) Καθε τι που υπερβαίνει τον ατομικισμό και την φιλοζωία και συνδέει τους ανθρώπους με σχέση αμοιβαιότητος και κοινωνίας, κάθε τι που αποδεικνύει την υπεροχή της πνευματικής ζωής επί της βιολογικής επιβιώσεως, η Εκκλησία το προστατεύει και το υποστηρίζει. Αλλά και μπροστά στο μυστήριο της ζωής και του θανάτου καθώς και της ψυχοσωματικής συμφυΐας του ανθρώπου στέκεται με σεβασμό και ιδιάζουσα ευαισθησία.

Β. ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

4) Οι μεταμοσχεύσεις μεταμορφώνουν το δράμα του λήπτη σε ελπίδα ζωής. Η Εκκλησία θα μπορούσε μέσα από την φιλανθρωπία της να τις ευλογήσει, με την αδιαπραγμάτευτη όμως προϋπόθεση ότι κατά τη μεταμοσχευτική διαδικασία προστατεύεται η συνείδηση του δότη και δεν παραβιάζονται οι πνευματικές αξίες.

5) Kαθε λογική αποδοχής των μεταμοσχεύσεων από την Εκκλησία έχει τρεις άξονες•

α) Η Εκκλησία αισθάνεται μεν το φιλάνθρωπο χρέος της απέναντι στον λήπτη -που έχει ανάγκη να ζήσει-, αντιλαμβάνεται όμως περισσότερο τον ρόλο της δίπλα στον δότη -που μπορεί ελεύθερα να προσφέρει Επ ουδενί λόγω και με κανένα τρόπο δεν θυσιάζει τον σεβασμό προς τον δότη στην ανάγκη επιβιώσεως του λήπτη. Ο σκοπός δεν είναι να ζήσει ο λήπτηςּ ο σκοπός είναι να δώσει ο δότης. Ο λήπτης λαμβάνει θνητό σώμαּ ο δότης δίνει από την αθάνατη ψυχή του. Όσο ανώτερη είναι η ψυχή από το σώμα τόσο μεγαλύτερο είναι το πνευματικό όφελος του δότη από το βιολογικό κέρδος του λήπτη. «Μακάριόν εστι μάλλον διδόναι η λαμβάνειν» (Πραξ. κ´ 35).

β) Η δωρεά οργάνου πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει την «συνειδητή συναίνεση» του δότη, δηλαδή ο δότης πρέπει εν επιγνώσει, ελεύθερα και αβίαστα να έχει συγκατατεθεί στην αφαίρεση των οργάνων του, αν τυχόν από κάποια αιτία καταστεί εγκεφαλικά νεκρός. Ο δότης πρέπει να ενεργεί ως δωρητής. Και

γ) Η Εκκλησία μπορεί να δεχθεί τις μεταμοσχεύσεις μόνο μέσα σε ατμόσφαιρα αγάπης, συναλληλίας, ενίοτε αυτοθυσιαστικού φρονήματος, εξόδου από τον κλοιό της φιλαυτίας και φιλοζωίας μας -ποτέ ωφελιμιστικής η χρησιμο-θηρικής λογικής που αποξενώνει τον «δότη» από την προσφορά του.

Κατόπιν τούτων, οι μεταμοσχεύσεις προσεγγίζονται ως αφορμή μετάδοσης ζωής σε μερικούς ανθρώπους, κυρίως όμως ως ευκαιρία μετάγγισης πνευματικού ήθους στην κοινωνία.

Γ. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ

6) Η ιατρική φροντίζει για την αποκατάσταση η τη βελτίωση της υγείας του ανθρώπου και κατ' επέκταση για την παράταση της ζωής του. Η θεολογία δεν εμποδίζει την ιατρική στην προσπάθεια αυτή, αλλά και δεν αγνοεί τη σχετικότητά της. Παράλληλα, προβάλλει και ορισμένες προϋποθέσεις για την ορθή ανάπτυξη και άσκησή της. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι δύο: α) Ο σεβασμός του προσώπου και β) η ωφέλεια του πλησίον.

7) Επίσης η ιατρική επιστήμη, όπως επίσης και οι ιατρικές έρευνες, πρέπει να επιτελούνται μέσα στα πλαίσια των ιατρικών και βιοηθικών δεοντολογικών κανόνων, οι οποίοι προστατεύουν τον άνθρωπον ως προσωπικότητα. Οι γιατροί πρέπει να εργάζονται με ταπείνωση και βαθύτατη αίσθηση ότι είναι όργανα του Θεού προς εξυπηρέτηση του ανθρώπου.

Δ. Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΟΡΓΑΝΩΝ

8) Η ζωή είναι δώρο του Θεού, το οποίο δεν μας χαρίζεται για να βιώνουμε την φιλαυτία και την κτητικότητά μας, αλλά μας προσφέρεται για να είναι τόσο δική μας ώστε να μπορούμε ακόμη και να την προσφέρουμε με αγάπη. Ο καλύτερος τρόπος επιστροφής της στον Θεό είναι η προσφορά της από αγάπη στον πλησίον• «ουκ έστιν άλλως σωθήναι ει μη δια του πλησίον» (Άγιος Μακά-ριος Αιγύπτιος).

9) Το φρόνημα και η διάθεση της αυτοπροσφοράς αποτελούν τον πνευματικό άξονα της ηθικής της Εκκλησίας στο θέμα των μεταμοσχεύσεων. Ο αποστολικός λόγος «εν τούτω εγνώκαμεν την αγάπην ότι εκείνος υπέρ ημών την ψυχήν αυτού έθηκε• και ημείς οφείλομεν υπέρ των αδελφών τας ψυχάς τιθέναι» (Α´ Ιω. γ´ 16) διαλύει κάθε αμφιβολία για το ότι η προσφορά της ζωής, και συνεπώς και η δωρεά σώματος, δεν είναι πράξεις αυτοκτονίας η ευθανασίας, αλλά μπορούν να αποτελούν εκφράσεις τής «μείζονος αγάπης», περί της οποίας κάνει λόγο ο ίδιος ο Κυριος κατά την παράδοση των τελευταίων Του υποθηκών στους μαθητές•«μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού» ( Ιω. ιε´ 13). Η προσφορά της ζωής είναι το μείζων• η προσφορά των οργάνων είναι το ευλογημένο έλασσον. Οι παραπάνω αγιογραφικές ανα-φορές μεταθέτουν το ηθικό πρόβλημα από τον σχολαστικό προσδιορισμό του εγκεφαλικού θανάτου στον σεβασμό και την ελεύθερη έκφραση του αυτεξουσίου.

10) Στην περίπτωση λοιπόν που κάποιος επιθυμούσε να προσφέρει τα όργανά του, ακόμη κι αν ο εγκεφαλικός θάνατος δεν ταυτιζόταν με τον οριστικό χωρισμό της ψυχής από το σώμα, μαζί με τα όργανά του θα είχε προσφέρει και τη ζωη του. Η πράξη του δεν θα περιείχε μόνο το στοιχείο της προσφοράς, αλλά και αυτό της αυτοθυσίας.

11) Η Εκκλησία ευνοεί και ενθαρρύνει την προσφορά ενός από τα διπλά μας όργανα (νεφρά) η ιστών (δέρματος, μυελού των οστών, αίματος), από ζώντα δότη.

Ε. ΠΕΡΙ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

12) Η Εκκλησία σέβεται και εμπιστεύεται την ιατρική έρευνα και κλινική πράξη. Γι αυτό, αν και δεν είναι αρμόδια, θα μπορούσε να δεχθεί την διεθνώς ομόφωνη άποψη ότι ο εγκεφαλικός θάνατος ταυτίζεται με το αμετάκλητο βιολο-γικό τέλος του ανθρώπου.

Ο εγκεφαλικός θάνατος αποτελεί γεγονός οριστικής και ανεπίστρεπτης καταστροφής του εγκεφάλου και κατάσταση πλήρους απώλειας αισθήσεων και συνειδήσεως. Κατ' αυτόν η αναπνευστική λειτουργία συντηρείται μόνον μηχανικά, η δε διακοπή της τεχνητής υποστηρίξεως οδηγεί σε σχεδόν άμεση παύση και της καρδιακής λειτουργίας.

13) Αυτό που στην ουσία κάνει η τεχνητή υποστήριξη της αναπνοής είναι ότι προσωρινά αναχαιτίζει την διαδικασία αποσυνθέσεως του σώματος όχι όμως και την αναχώρηση της ψυχής.

14) Ο εγκεφαλικός θάνατος πρέπει οπωσδήποτε να διαφοροποιηθεί από την φυτική κατάσταση -που συνήθως ονομάζεται «κλινικός θάνατος». Κατ' αυτήν, το εγκεφαλικό στέλεχος λειτουργεί και ως επί το πλείστον δεν απαιτείται τεχνητή υποστήριξη.

15) Επειδή υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος -σε μεμονωμένες ευτυχώς περιπτώσεις-, απροσεξίας, λάθους η και ασέβειας προς το γεγονός του θανάτου, η Εκκλησία μαζί με την πλειοψηφία του ιατρικού και νοσηλευτικού κόσμου και των αρμοδίων κοινωνικών φορέων, απαιτεί την εξασφάλιση της ακριβούς τηρήσεως των διεθνώς αποδεκτών κριτηρίων διαγνώσεως του εγκεφαλικού θανάτου. Ετσι:

α) είναι απαραίτητη η τεκμηριωμένη και σαφής διαπίστωση των αιτίων του εγκεφαλικού θανάτου.

β) Η πιστοποίηση του εγκεφαλικού θανάτου πρέπει να γίνεται από επιτροπή ειδημόνων που να μην έχουν καμμία σχέση εξαρτήσεως από τις μεταμοσχευτικές ομάδες και επί τη βάσει των υφισταμένων κλινικών και εργαστηριακών κριτηρίων.

γ) Τα κριτήρια του εγκεφαλικού θανάτου δεν είναι επαρκή αν είναι μόνον κλινικά. Πρέπει να προστεθούν και εργαστηριακά (αξονική τομογραφία και ένα ηλεκτροεγκεφαλογράφημα) ώστε να επιβεβαιωθεί, κατά το δυνατόν, όχι μόνο η παύση των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους, αλλά και του φλοιού. Οπου δεν υπάρχει εμφανής αιτία εγκεφαλικής βλάβης πρέπει να επαναλαμβάνονται οι εξετάσεις για μεγαλύτερη επιβεβαίωση, ακόμη κι αν αυτή η καθυστέρηση οδηγεί σε απώλεια των οργάνων.

δ) Πριν από τις δοκιμασίες του εγκεφαλικού θανάτου θα πρέπει να έχουν προηγηθεί οι βιοχημικές εξετάσεις που να παρουσιάζουν φυσιολογικές τιμές (όχι ουρία ούτε ηλεκτρολυτικές διαταραχές). Επίσης για να ελεγχθεί ο εγκεφαλικός θάνατος πρέπει να έχουν παρέλθει τουλάχιστον 24 ώρες από την πρώτη στιγμή του συμβάντος.

16) Ο έλεγχος αν κάποιος είναι δότης (δηλαδή αν υπάρχει συναίνεση) πρέπει να γίνεται μετά την οριστική διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου, ώστε αυτή να είναι κατά το δυνατόν αμερόληπτη και ανεπηρέαστη.

17) Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, η δωρεά οργάνων από εγκεφαλικά νεκρούς δότες καθώς και η νηφάλια και συνειδητή απόφαση υγιούς ανθρώπου να προσφέρει κάποιο όργανό του σε πάσχοντα συνάνθρωπο, ως πράξεις φιλαλληλίας και αγάπης, είναι σύμφωνες με τη διδασκαλία και το φρόνημα της Εκκλησίας μας.

ΣΤ. ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΙΔΗΤΗΣ ΚΑΙ ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΗΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΕΩΣ

18) Η δωρεά προϋποθέτει την «συνειδητή συναίνεση» του δότη σ αυτό που κάνει. Καθε τι που «εικάζει» την βούλησή του αποτελεί παρέμβαση στο αυτεξούσιο και δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτό.

19) Η «συνειδητή συναίνεση» αποτελεί πράξη αυταπάρνησης, και αγάπης, που συνδέει τον δωρητή με το γεγονός του θανάτου του, που επισυμβαίνει με τρόπο τραγικό και σε σχετικά νεαρή ηλικία. Επίσης ενέχει τις αρετές της ανιδιοτέλειας, της άρνησης των φυσικών δικαιωμάτων, της εμπιστοσύνης και του ενδιαφέροντος για τους άλλους, της αυτοπροσφοράς και της απαλλαγής από το φρόνημα της φιλοζωίας.

20) Η Εκκλησία, ασκώντας την μεταμοσχευτική ποιμαντική της, ίσως εξασφαλίσει έναν αριθμό μοσχευμάτων και συντελέσει έτσι στην επιβίωση αντίστοιχων ανθρώπων (ανάλογα με το ποσοστό επιτυχίας των μεταμοσχευτικών επεμβάσεων). Με την προϋπόθεση όμως της συνειδητής συναινέσεως, αυτοί που πνευματικά καλλιεργούνται είναι πολλοί περισσότεροι -όσοι έχουν συνειδητά δώσει την συναίνεσή τους. Από αυτούς θα προέλθουν οι οπωσδήποτε λιγότεροι δότες. Η Εκκλησία δεν είναι στραμμένη μόνο στους πραγματικούς αλλά και στους δυνητικούς δότες.

Ο δότης μπορεί μεν να ωφελεί με την προσφορά του, ωφελείται όμως κυρίως με την πράξη της συναίνεσής του. Σωζει βιολογικά μεν τον λήπτη πνευματικά δε τον εαυτό του.

21) Η συναίνεση δεν είναι κάτι δευτερεύον που θα μπορούσε να επισκιασθεί από οποιαδήποτε άλλη πράξη (π.χ. απογραφή, έκδοση ταυτότητος κ.τ.λ.). Θα πρέπει η δήλωσή της να είναι ελευθέρα και απόλυτα συνειδητή, καρπός ώριμης σκέψης. Γι αυτό, καλό θα ήταν να διατυπώνεται εντελώς ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη κοινωνική πράξη και με την προϋπόθεση της σωστής και αβίαστης ενημερώσεως.

Ζ. ΠΕΡΙ ΣΥΓΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΕΩΣ

22) Η Εκκλησία υπό όρους και κατ' οικονομία, μέσα στην προοπτική της ιερότητος των συγγενικών δεσμών και της επιδιωκόμενης καλλιέργειας των σχέσεων κοινωνίας, θα μπορούσε να δεχθεί και την υποκατάσταση της βουλήσεως του δότη από τους συγγενείς, βέβαια με το δεδομένο ότι αυτή δεν αντιτίθεται προς την δική του. Η πρόνοια για τους οικείους αποτελεί έκφραση πίστεως (Α´ Τιμ. ε´ 8), οι δε εγγενείς υποχρεώσεις απέναντί τους απόδειξη ιερών συγγενικών δικαι-ωμάτων.

Για τους συγγενείς η ζωή του δότη και η τιμή του σώματός του ίσως να έχουν μεγαλύτερη αξία απ ο,τι για τον ίδιο. Με δεδομένη την αγάπη, η απόφαση της δωρεάς του σώματος του άλλου ίσως να είναι και δυσκολότερη από αυτήν της δωρεάς του δικού μας σώματος. Υπ αυτήν την έννοια, ο πραγματικός δότης είναι οι συγγενείς.

23) Επειδή στην κοινωνία και εποχή μας τα πάσης φύσεως συμφέροντα, ιδίως τα οικονομικά, συχνά παρεμβάλλονται με βέβηλο τρόπο ακόμη και στις ιερότερες των σχέσεων, ο νόμος θα πρέπει να προνοεί για την αποφυγή κάθε υποψίας εμπορευματοποίησης των μοσχευμάτων από τους συγγενείς.

24) Ευχής έργον θα ήταν, κατά την οποιαδήποτε διαδικασία ενυπογράφου συναινέσεως, να μπορούσε ο δότης να εκχωρήσει εκ των προτέρων το δικαίωμα διαθέσεως του σώματός του στους συγγενείς του.

Η. ΟΙ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

25) Επειδή η εξέλιξη των επιστημών επικοινωνίας και πληροφορικής (διαδίκτυο, τήρηση μηχανογραφικών αρχείων με ευρύτατο φάσμα δεδομένων και περιορισμένη δυνατότητα ελέγχου κ.α.) αφ ενός και η πνευματική πενία των συγχρόνων κοινωνιών αφ ετέρου είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε κακοποίηση, εκμετάλλευση η και θυσία των μεταμοσχεύσεων στον βωμό των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, η Εκκλησία οφείλει να προστατεύσει τον θεσμό, την πράξη και τα εμπλεκόμενα πρόσωπα από ενδεχόμενη βεβήλωση (βεβιασμένη διάγνωση η προχειρότητα στην τήρηση των κριτηρίων του εγκεφαλικού θανάτου, εμπορευματοποίηση η συναλλαγή οιασδήποτε φύσεως σχετικά με την προσφορά οργάνων, επιλογή ληπτών επί τη βάσει ρατσιστικών κριτηρίων, παραβιάσεις των καταστάσεων αναμονής, κ.λπ.).

26) Προς αποφυγήν των παραβιάσεων των καταστάσεων αναμονής, πρέπει να γίνει αρχείο εγγραφής δοτών επί μηχανογραφικής βάσεως, το οποίο να ελέγχεται από κεντρικό αδιάβλητο μηχανισμό.

27) Ενώ η διεθνής και ελληνική νομοθεσία, για να προστατεύσει τις μεταμοσχεύσεις από την απειλή της εμπορικής συναλλαγής, επιβάλλει την ανωνυμία του λήπτη και του δότη και απαγορεύει την δωρεά οργάνου σε προκαθορισμένο από τον δότη φιλικό η συγγενικό πρόσωπο (εξαίρεση οι μεταμοσχεύσεις νεφρών από ζώντα δότη), κάτι τέτοιο δεν αντιτίθεται κατ ανάγκην στην ηθική της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας.

28) Η Εκκλησία δεν μπορεί να συγκατατεθεί στην αφαίρεση οργάνων από βρέφη με συγγενή ανεγκεφαλία. Τετοιοι δότες είναι πολλοί σπάνιοι, πράγμα που περιορίζει τις ελπίδες των ληπτών-βρεφών. Παρά ταύτα τα ανεγκέφαλα βρέφη επειδή δεν στερούνται στελέχους δεν είναι εγκεφαλικώς νεκρά και επειδή στερούνται συνειδήσεως δεν έχουν τη δυνατότητα της συναινέσεως -και φυσικά κανείς δεν μπορεί να την εικάσει. Αυτό δημιουργεί νομικό κώλυμα στην αφαίρεση οργάνων. Επί πλέον, η κοινωνία πρέπει να αρνηθεί κάθε ωφελιμιστική θεώρηση αυτών των βρεφών. Η ανάγκη σεβασμού προς αυτά δεν αφήνει περιθώρια ώστε το πέρασμά τους απ αυτόν τον κόσμο να είναι εντελώς χρηστικό.

29) Σχετικά με το ενδεχόμενο χρήσης τεχνητών οργάνων η και ξενο-μοσχευμάτων (γενετικά επεξεργασμένων μοσχευμάτων από ζώα), όπως και προϊόντων κλωνοποίησης, επειδή η έρευνα δεν έχει να παρουσιάσει σαφή επί του παρόντος αποτέλεσματα και η πορεία της δεν είναι ευκρινής, η Επιτροπή Βιοηθικής επιφυλάσσεται να παρουσιάσει εν ευθέτω χρόνω τις θέσεις και απόψεις της επ' αυτού.

30) Υπάρχει ο κίνδυνος, στο άμεσο μέλλον, με την χαλαρή διεθνώς ηθική απέναντι στην ευθανασία και την τάση νομοθετικής κατοχυρώσεώς της, οι μεταμοσχεύσεις να συνδυασθούν με την ευθανασία. Ετσι, άτομα που θα επιλέγουν αυτόν τον τρόπο τερματισμού της ζωής τους ενδεχομένως θα καθίστανται και δωρητές οργάνων. Αυτός είναι ένας επί πλέον λόγος που η νομοθεσία των μεταμοσχεύσεων θα πρέπει απαραιτήτως να διαθέτει υψηλό ιδεολογικό υπόβαθρο.

Θ. ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ

Ενώ η Εκκλησία αποδέχεται την ιδέα των μεταμοσχεύσεων, αδυνατεί να συμφωνήσει με την πρόσφατη νομοθετική κατοχύρωσή τους στη χώρα μας, η οποία κυριαρχείται από χρησιμοθηρική αντίληψη και στενό ορθολογισμό. Ο μόνος τρόπος προστασίας της ηθικής και πρακτικής των μεταμοσχεύσεων από το ενδεχόμενο κακοποιήσεώς της είναι η σχετική νομοθεσία να είναι σαφής, μελετημένη, ιδεολογική και όχι χρησιμοθηρική.

31) Στον προσφάτως ψηφισθέντα νόμο, ο νομοθέτης ερμηνεύει την «μη άρνηση» των συγγενών ως συναίνεση του δότη ( Αρθρ. 12, παρ. 4). Τα όργανα αφαιρούνται όχι όταν συναινούν, αλλά όταν «δεν αντιτίθενται» οι συγγενείς. Οι μεταμοσχεύσεις δεν είναι δυνατόν να στηριχθούν σε μια «μη άρνηση», και μάλιστα των συγγενών, την στιγμή που όλοι αγωνιζόμαστε για την συγκατάθεση, και μάλιστα του δότη.

32) Στην περίπτωση αυτή, η έλλειψη η η μη εξεύρεση συγγενών θα ήταν δυνατόν να ερμηνευθεί ως «μη άρνηση». Συνεπώς, κάθε εγκεφαλικά νεκρός αλλοδαπός, λαθρομετανάστης, άγνωστος και εγκαταλελειμμένος, αθίγγανος κ.τ.λ., -ο αριθμός των οποίων δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητος, και των οποίων οι συγγενείς είτε δεν βρίσκονται στην Ελλάδα, είτε δεν είναι εύκολο να ανευρεθούν- η όποιος βρεθεί μόνος στο νοσοκομείο μετά από τροχαίο ατύχημα που δεν έχει γίνει αμέσως αντιληπτό από τους συγγενείς του θα θεωρείται αυτομάτως δότης. Θα πρέπει άραγε στη δυστυχία της μοναξιάς τους να προσθέσουμε και την αυθαίρετη αφαίρεση των οργάνων τους; Ο νόμος της «μη άρνησης» λοιπόν αποτελεί εκβιασμό της συνειδήσεως.

33) Η «συναίνεση» δεν έχει καμμία σχέση με τη «μη άρνηση». Το «δίνω κάτι δικό μου» είναι εντελώς διαφορετικό από το «μου παίρνουν κάτι που μου ανήκει». Στη δεύτερη περίπτωση η βούληση της πολιτείας και κοινωνίας υποκαθιστά ως αγαθό την έκφραση της προσωπικής ελευθερίας.

34) Το κράτος δεν έχει κανένα δικαίωμα εισχωρήσεως στην ιδιωτική σφαίρα της ζωής των πολιτών. Μία τέτοια ενέργεια αντιβαίνει στα άρθρα 2, παρ. 1 (περί του σεβασμού και της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας) και 5, παρ. 1 (περί της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητος του ατόμου) του συντάγματος.

35) Δεν μπορεί επίσης να υποχρεώνει τον πολίτη να εκφέρει γνώμη χωρίς να κατοχυρώνει το δικαίωμά του να μην εκφέρει. Ποιές οι επιπτώσεις αν ο πολίτης αρνηθεί να εκφράσει την βούλησή του;

36) Η υποκατάσταση του όρου «εγκεφαλικός θάνατος» με το «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους» θεωρείται ιατρικά αμφιλεγόμενη και ιδεολογικά ύποπτη. Η διαπίστωση της παύσης των λειτουργιών όχι μόνο του εγκεφαλικού στελέχους αλλά και του φλοιού επιβεβαιώνει την ανεπίστρεπτη παύση όλων των εγκεφαλικών λειτουργιών και γι' αυτό είναι επιβεβλημένη.

37) Η δια νόμου υποχρεωτική διακοπή της μηχανικής υποστήριξης της αναπνευστικής λειτουργίας σε περίπτωση εγκεφαλικά νεκρού ατόμου που δεν είναι δότης ( Αρθρ. 12, παρ. 6) είναι πνευματικά και ηθικά αντιδεοντολογική. Ο νόμος πρέπει να κατοχυρώνει τον γιατρό που, για λόγους συνειδήσεως, δεν επιθυμεί να διακόψει τον μηχανικό αερισμό και φυσικά όχι να τον τιμωρεί ( Αρθρ. 20, παρ. 1).

38) Η δυσκολία των συγγενών να συναινέσουν στη δωρεά του σώματος, που οφείλεται σε προσωπικούς, συναισθηματικούς η και φιλοσοφικούς λόγους, πρέπει να γίνεται απόλυτα σεβαστή και όχι να αντιμετωπίζεται εκβιαστικά με την απειλή της διακοπής της μηχανικής υποστήριξης ( Αρθρ. 12, παρ. 6).

Ι. ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

39) Με βάση τις παραπάνω αρχές, η Εκκλησία οφείλει να αγωνισθεί για την επικράτηση των αρχών της, τον θετικό επηρεασμό της μεταμοσχευτικής πολιτικής και να δημιουργήσει η ίδια μια μεταμοσχευτική πνευματική παράδοση προσανατολισμένη προς τις πνευματικές ανάγκες προσφοράς αισθημάτων του δότη. Με τον τρόπο αυτόν, η εξεύρεση μοσχευμάτων και η προώθηση των μεταμο-σχεύσεων δεν θα αποτελεί επιδιωκόμενο σκοπό αλλά φυσικό αποτέλεσμα.

40) Η Εκκλησία μπορεί να οργανώσει προγράμματα αγωγής δοτών με σκοπό την καλλιέργεια σημαντικών αρετών μεταξύ των πιστών της (μνήμη θανάτου, αυτοπροσφορά, θυσιαστικό φρόνημα κ.τ.λ.). Έτσι θα δίνει τη μαρτυρία του ήθους της στη σύγχρονη κοινωνία με ένα εντελώς σύγχρονο τρόπο.

41) Η Εκκλησία ούτε την αλήθεια θυσιάζει ούτε το πρόσωπο υποδουλώνει. Αν κάποιος επιθυμεί να γίνει δωρητής τον ευλογείּ αν δυσκο-λεύεται τον κατανοεί. Αυτή είναι η προστασία του προσώπου. Το πνεύμά της δεν υποτάσσεται στην ανάγκη των μεταμοσχεύσεων, αλλά υπηρετεί τον σεβασμό του προσώπου. Κυρίως του προσώπου ως δότου.

42) Επίσης σέβεται και πλήρως κατανοεί την φυσική επιθυμία των ασθενών εκείνων οι οποίοι με την λήψη των μοσχευμάτων επιθυμούν να παρατείνουν τον χρόνο της βιολογικής τους ζωής, καθώς πιστεύει ότι το γεγονός αυτό θα μπορούσε να συντελέσει στην πνευματική τους ολοκλήρωση και την επίτευξη του σκοπού της ύπαρξής τους.

43) Λογω του πνευματικού μεγέθους που ενέχει η πράξη της δωρεάς σώματος, πριν αυτό συμβεί, καλό θα ήταν ο ιερεύς του νοσοκομείου να διαβάσει μια κατάλληλη ευχή η να τελέσει κάποια αγιαστική πράξη (χρίση δι ελαίου, σταύρωμα κ.τ.λ.).

44) Σχετική αγωγή πνευματικού προσανατολισμού θα μπορούσε να γίνει και για την καλλιέργεια και προετοιμασία του λήπτη, ώστε να μην νοιώθει μόνον ως ο ευνοημένος αποδέκτης ενός μοσχεύματος, αλλά ως ευλογημένος δέκτης της αγάπης κάποιου άγνωστου συνανθρώπου και της χάριτος του Θεού.

45) Συμπερασματικά, η ποιμαντική της Εκκλησίας προς τους δότες, τους λήπτες και τους γιατρούς πρέπει να είναι τέτοια ώστε μέσα από όλους αυτούς τους τρόπους να δοξάζεται ο Θεός, να ολοκληρώνονται πνευματικά οι άνθρωποι, και η ασθένεια η παράταση ζωής να αποτελέσουν προϋπόθεση εκπλήρωσης του βαθύτερου σκοπού της δημιουργίας τους.

ΙΑ. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

46) Είναι κοινή πεποίθηση ότι ο λόγος και ο ρόλος της Εκκλησίας μας στην πορεία των μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα είναι κεντρικός. Οι μεταμοσχεύσεις είναι ίσως ένα από τα λίγα θέματα στα οποία η πολιτεία έχει την άμεση ανάγκη της Εκκλησίας. Αυτό δημιουργεί στην Εκκλησία ουσιαστικά δικαιώματα και μεγάλες υποχρεώσεις.

47) Δεδομένου ότι οι μεταμοσχεύσεις εύκολα μπορούν να οδηγήσουν σε κατάχρηση και παραβίαση θεμελειωδών ηθικών αρχών και αξιών και υπάρχει τεράστια διαφορά ήθους και προσεγγίσεως μεταξύ κοσμικής και εκκλησιαστικής αντιλήψεως του θέματος, η Εκκλησία πρέπει να είναι πολύ προσεκτική στις ενέργειές της και φειδωλή στα λόγια της.

48) Στην συνεργασία της με την πολιτεία, η Εκκλησία θέτει σαφείς όρους ώστε να μη χρεωθεί κοσμικές αποφάσεις και ενέργειες που πιθανώς θα γίνουν με εντελώς διαφορετικό πνεύμα και σκοπό. Το ενδεχόμενο να οργανώσει ημέρα δότου η εκστρατείας υποστήριξης των μεταμοσχεύσεων, με σκοπό τη συγκέντρωση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού μοσχευμάτων, θα το αποφασίσει μόνον αφού υπάρχουν σαφή εχέγγυα σεβασμού των αρχών και όρων της.

49) Η απουσία επίσημης εκκλησιαστικής τοποθετήσεως στο θέμα οδήγησε σε αυθαίρετη είτε αποδοχή είτε απόρριψη των μεταμοσχεύσεων από συγκεκριμένα αρμόδια η αναρμόδια εκκλησιαστικά πρόσωπα. Αυτό έχει προκαλέσει σύγχυση, ενίοτε δε και διχασμό, μεταξύ των πιστών και του θεολογικού κόσμου.

Στην παρούσα φάση, η Εκκλησία με σαφήνεια αλλά σε χαμηλούς τόνους διακηρύττει ότι θα μπορούσε, μέσα στα πλαίσια των προαναφερθεισών θεολογικών αρχών, να δεχθεί την ιδέα των μεταμοσχεύσεων και ότι μέσα από αυτές θα της ήταν δυνατόν να ασκήσει την ποιμαντική και να διοχετεύσει το πνεύμα και το ήθος της.

Στη συνέχεια, θα προκαλέσει διάλογο και ευκαιρίες ενημέρωσης μέσα στους κόλπους της (σεμινάρια πνευματικών, ομιλίες κ.τ.λ.), θα προσπαθήσει να καλλιεργήσει πνεύμα κατανοήσεως, συμφωνίας και ευρείας αποδοχής των βασικών θεολογικών θέσεών της μεταξύ του σώματος των πιστών ώστε να εξαλειφθεί κάθε αδικαιολόγητος αρνητισμός.

Τρίτο βήμα θα έπρεπε να είναι η έκδοση και κυκλοφορία ενημερωτικών και επεξηγηματικών των απόψεών της φυλλαδίων η και η διοργάνωση μεγάλης ανοιχτής ημερίδος δια της οποίας θα διακηρύξει τις απόψεις της στην κοινωνία μας.

Τελευταία ενέργεια θα είναι η έκδοση συνοδικής εγκυκλίου, η οποία θα εκφράζει την επιτομή των εκκλησιαστικών θέσεων και προτάσεων και θα διατυπώνει με σαφήνεια το περίγραμμα και την πρακτική του Ορθοδόξου χριστιανικού ήθους στο θέμα των μεταμοσχεύσεων.

50) Σχετικά με τον νέο νόμο, η Εκκλησία διαχωρίζει τη θέση της, δίχως εμπάθεια αλλά με σύνεση και σαφήνεια, ώστε ούτε την υπόθεση των μεταμοσχεύσεων να βλάψει ούτε τη βαρύτητα των απόψεών της να υποβιβάσει. Παράλληλα έχει δημοσιοποιήσει τις απόψεις της στα σημεία που διατηρεί τις επιφυλάξεις και έχει τις αντιρρήσεις της. Επίσης έχει ετοιμότητα για άμεσες νομικές παρεμβάσεις και θα ζητήσει τροπολογίες και νομοθετικές βελτιώσεις, τέτοιες που θα διασφαλίζουν τις αρχές της λογικής της και θα επιτρέπουν την ουσιαστική συμπαράστασή της.

51) Απαραίτητος όρος συνεργασίας με την πολιτεία είναι η τελευταία να κατανοήσει ότι είναι επιφορτισμένη με την τεράστια υποχρέωση να προστατεύσει τις μεταμοσχεύσεις νομοθετικά και πρακτικά από κάθε μορφής ασυνειδησία, χρησιμοθηρία η και χρηματική εκμετάλλευση και να εξασφαλίσει την επιστη-μονική αρτιότητα, ενημέρωση και κατάρτιση των αρμοδίων ιατρών και φορέων. Με τον τρόπο αυτόν, ο δότης δεν καταντάει θύμα ποταπών συμφερόντων, ασεβείας η επιστημονικής επιπολαιότητος και αγνοίας.

52) Επι πλέον, η ιατρική κοινότητα και η πολιτεία οφείλουν να βοηθήσουν στην επιβολή και νομοθετική κατοχύρωση των ακριβεστέρων κριτηρίων του «εγκεφαλικού θανάτου», η πιστή τήρηση των οποίων αυστηρώς να ελέγχεται.

53) Επίσης, είναι αναγκαία η ίδρυση σοβαρών και αξιοπίστων μεταμοσχευτικών κέντρων τα οποία να διαθέτουν την κατάλληλη επιστημονική και τεχνολογική υποδομή ώστε η λήψη των οργάνων του δότη και η εν συνεχεία μεταμόσχευσή τους στον κατάλληλο λήπτη να γίνεται με τα υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας και τις λιγότερες απώλειες.

54) Η Εκκλησία θα επιμεληθεί την συμμετοχή της δι' εκπροσώπων της σε επιστημονικά ιατρικά συνέδρια σχετικά με τις μεταμοσχεύσεις, ώστε και τη γνώση της να ανανεώνει και τις αρχές της να προβάλλει.

55) Τελος, ο ρόλος και η εκπροσώπησή της στο Εθνικό Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων -εφ' όσον αυτό συνεχίσει να υφίσταται- και στον υπό σύστασιν Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ.) πρέπει να είναι κεντρικός και παρεμβατικός και όχι εικονικός και δευτερεύων. Σκοπός της είναι τα μεταμσχευτικά κέντρα να λειτουργούν κατά το δυνατόν επί τη βάσει των ιδικών της αρχών σεβασμού, ελευθερίας και αγάπης του προσώπου.