Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Προηγούμενοι Μητροπολίτες Ηλείας

ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ (κατά κόσμον Ανδρέας Σπηλιωτόπουλος) 1901-1918.

Υπήρξε μοναχός της Ι. Μονής Ταξιαρχών Αιγιαλείας. Σύμφωνα με το μοναχολόγιο της Μονής, προσήλθε στην Μονή την 10-1-1854 και την 25-12-1868 εκάρη μοναχός.

Καταγόταν από το χωριό Βέλλα Καλαβρύτων και ήτο συγγενής του Επισκόπου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Φιλαρέτου Γιαννούλη.

Εσπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και υπήρξε συγγραφέας πολλών βιβλίων. Εχρημάτισε Εφημέριος της Ελληνικής παροικίας Μονάχου και Βιέννης, όπου και μετεκπαιδεύτηκε.

Χειροτονήθηκε ως Επίσκοπος Ηλείας την 15-8-1901.

Υπήρξε ενάρετος και αρκετά μορφωμένος.

Αναμείχθηκε στα αναθέματα κατά του Βενιζέλου (1915). Πέθανε το 1918 εκτός Ηλείας.

 

 

ΑΝΤΩΝΙΟΣ (Πολίτης) 1922-1945. Υιός του Νικολάου Πολίτη, Γυμνασιάρχου εκ Σύρου, και της Αγγελικής Φυλίνη, εκ Παλαιών Φαρών. Εγεννήθη εν Σύρω την 15-6-1890. Εμαθήτευσεν εις το Δημοτικόν Σχολείον Σύρου, και εις το Λεόντειον Λύκειον Αθηνών και εν συνεχεία εις το Γυμνάσιο Σύρου περατώσας τας εγκυκλίους σπουδάς του το 1907.

Έχων παιδιόθεν κλίσιν εις τα ιερά, παρεσκευάσθη πνευματικώς υπό του ασκητού – Ιερομονάχου Κοσμά Σταματιάδου, της Μονής Λογγοβάρδας, δια το αξίωμα της ιερωσύνης. Εγγραφείς το 1907 εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών απεφοίτησε ταύτης το 1914. Κατά το τελευταίο έτος των σκουδών του εκάρη μοναχός εις την Αγίαν Μονήν Άνδρου και την 29-8-1914 χειροτονήθηκε διάκονος υπό του Μητροπολίτου Σύρου Αθανασίου εν τω ιερώ Ναώ της Ποσειδωνίας Σύρου. Την 21-12-1914 διορίζεται Ιεροκήρυξ της τότε Επισκοπής Χαλκίδος και Καρυστίας και τον Φεβρουάριο του 1917 χειροτονείται Πρεσβύτερος υπό του Χαλκίδος Χρυσάνθου εις τον Ι. Ναόν Χρυσοσπηλιωτίσσης Αθηνών.

Διαπνεόμενος υπό θερμουργού χριστιανικού και πατριωτικού πνεύματος, αιτεί την στράτευσίν του και υπηρετεί μετά ζήλου υποδειγματικού ως Ιεροκήρυξ της Φρουράς των Πατρών της Δ' και Α' Μεραρχίας και δή του 1138 Συντάγματος Ευζώνων καθ' όλην την περίοδον 1918-1922. Ειργάσθη κατά τρόπον εξόχως επικοδομητικόν εν μέσω του στρατού της Μικράς Ασίας, τιμηθείς προς τούτο υπό της Πατρίδος με το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, τον Χρυσούν Σταυρόν Φοίνικος, τον Πολεμικόν Σταυρόν, το Μετάλλιον Στρατιωτικής Αξίας και άλλα. Μετά την επικράτησι της Επαναστάσεως του 1922 εκλέγεται Μητροπολίτης Ηλείας και χειροτονείται Επίσκοπος την 24-12-1922 υπό του Σύρου Αθανασίου, Κορινθίας Δαμασκηνού, Ακαρνανίας Κωνσταντίνου και άλλων.

Καθ' όλην την αρχιερατική του ποιμαντορία εν Ηλεία (1922 – 1945) ησχολήθη με την οργάνωση της Μητροπόλεως, λόγω δε της καλλιέργειάς του και της γνώσεως ξένων γλωσσών ησχολήθη με την συγγραφή ιστορικών, κοινωνικών και άλλων μελετών δημοσιευθεισών και μη. Η γλυκήτητα της φωνής του και η ιεροπρεπής εκφραστικότης κατά την τέλεσιν των ακολουθιών, η χάρις και μεστότης των λόγων του, η βαθειά πνευματικότης του εν τω μυστηρίω της Μετανοίας, η απλότης του χαρακτήρος του, η ειρηνικά και διαλλακτική διάθεσίς του συνετέλεσαν ώστε πολλοί να οδηγηθούν εις τον αληθή χριστιανικόν βίον. Εχρημάτισε Συνοδικός πολλάκις και διεκρίνετο κατά τας συζητήσεις δια το Ορθόδοξον εκκλησιαστικό του φρόνημα, το οικουμενικόν του πνεύμα, την ευγένειαν του χαρακτήρος του, αλλά και δια την μέχρις υπερβολής αγάπην του προς την πατρίδα.

Εις την κατοχική περίοδον (1941 – 1944), ευρεθείς εν μέσω συγχύσεως αισθημάτων, συνθημάτων, παροτρύνσεων των Συμμαχικών Κυβερνήσεων και επιδιώξεων, εξ αγαθής πατριωτικής προαιρέσεως συνέδεσε εαυτόν με την Αντίστασιν, αποδεσμευθείς δε, ευθύς αμέσως από πάσαν μετακατοχικήν πολιτικήν συμπάθειαν, εθεωρήθη αγνός πατριώτης και εδικαιώθη πλήρως εν τη συνειδήσει της Εκκλησίας και του Έθνους, δια τούτο και τον Μάρτιο του 1958 απεκαταστάθη εν τω αξιώματί του, ως πρώην Μητροπολίτης Ηλείας.

Πλην των πολλών ποιμαντορικών εγκυκλίων και άρθρων του εις τον ημερήσιον και περιοδικόν τύπον, εδημοσίευσεν:Â Ο Εξαγνισμός – Πύργος 1929. Το ταξίδιον εις Μορέα του Pougueville, μετάφρασις εκ του Γαλλικού – Αθήναι 1946-47. Προς τους νέους – Αθήναι 1950. Ιστορία των Μονών της Ηλείας. Καταλόγους Βιβλιοθηκών Μονών, και άλλα έργα. Έχει εκπονήσει πλήθος ανέκδοτων μελετών και μεταφράσεων.

Τέλος αξίζει να μνημονευθή ότι επί των ημερών του (1939) ηγοράσθη από την Εθνικήν Τράπεζαν το εν Πύργω Μητροπολιτικόν Μέγαρον, όπου σήμερα στεγάζονται τα γραφεία της Ι. Μητροπόλεώς μας.

 

 

 

ΓΕΡΜΑΝΟΣ (κατά κόσμον Δημήτριος Γκούμας) 1945-1968. Εγεννήθη τον Φεβρουάριον του 1899 εις τον Πειραιά, εξ ευσεβών γονέων, του Δημητρίου και της Αικατερίνης), καταγόμενων από τα Αμπελάκια Σα­λαμίνος, Μετά τας Γυμνασιακάς σπουδάς του εις τον Πειραιά, εφοίτησε και έλαβε το Πτυχίον της Θεολο­γικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπηρέτησεν ως κληρωτός την Πατρίδα εις τας τάξεις του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και μετά την αφυπηρέτησίν του αφιέρωσε τον εαυτόν του εις την πνευματικήν άσκησιν και την εκκλησιαστικήν διακονίαν.     
Ούτω την 16-10-1921 εγγράφεται δόκιμος εις την εν Πόρω Ιεράν Μονήν της Ζωοδόχου Πηγής και το 1923 κείρεται μοναχός, λαβών το όνομα του άγιου ομολογητού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού. Την 9 Αυγούστου του ίδιου έτους χειροτονείται Διά­κονος και την 20ήν Μαρτίου 1927 Πρεσβύτερος υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κυρού- Προκοπίου. Το 1927 προσλαμβάνεται Πρωτοσύγκελλος του τότε Μητροπολίτου Κορινθίας και έπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού, πα­ρά τω οποίω άριστα μαθητεύσας εξεδήλωσε και τα διοικητικά αυτού προσόντα. Διότι, του Μητροπολίτου Δαμασκηνού ευρισκομένου συνεχώς εις εκκλησιαστικάς αποστολάς, το βάρος της εύρυθμου λειτουργίας της πρωτοθρόνου Μητροπόλεως Κορίνθου είχε ριφθή επί των στιβαρών ώμων του τότε Αρχιμανδρίτου Γερ­μανού Παν. Γκούμα.     
Εκ της θέσεως ταύτης την 22αν Μαρτίου του έ­τους 1936, εις ηλικίαν 37 ετών, εκλέγεται υπό της Ιε­ράς Συνόδου και χειροτονείται Μητροπολίτης Ναυ­πακτίας και Ευρυτανίας, ποιμάνας αυτήν μέχρι του έτους 1945, ότε μετετέθη εις την Ιεράν Μητρόπολιν Ηλείας, την οποίαν ολοκληρωτικά ηγάπησεν. Έγραφεν ο αείμνηστος εις την τελευταίαν Ποιμαντορικήν Εγκύκλιον του προς τον Κλήρον, τους Άρχοντας και τον Λαόν της Μητροπόλεως  Ηλείας: «Ένας ήτο ο πόθος μου, να προσφέρω τον εαυτόν μου και πάσας τας σωματικάς και πνευματικάς μου δυνάμεις μέχρι του τέλους της ζωής μου εις την κατά Χριστόν προκοπήν και την εν γένει ανύψωσιν υμών, του εκλεκτού μου ποιμνίου της Ηλείας».     
Δεν ηυτύχησεν όμως να υπηρέτηση αυτόν τον τόπον μέχρι της τελευταίας πνοής του. Διότι το 1967 ήλθε η εκκλησιαστική δικτατορία, ή οποία δια της πο­λιτικής τοιαύτης εδημοσίευσε την πρωτάκουστον και εξοφθάλμως αντικανονικήν ΛΣΤ' Συντακτικήν Πράξιν, καθ' ην∙  «Αρχιερείς κατέχοντες την θέσιν Μη­τροπολίτου εν τη Εκκλησία της Ελλάδος αποχωρούσιν αυτοδικαίως από της θέσεως ταύτης, εφ’ όσον συνεπλήρωσαν  τεσσαρακονταετίαν εν τη ιερωσύνη και τριακονταετίαν εν τω βαθμώ του Επισκόπου» (ΦΕΚ 229)1968 τ. Α'). Ούτως ο κεκοιμημένος Μητροπολί­της Γερμανός αναγκάζεται την 13 Νοεμβρίου 1968 να αποχωρήσει ακουσίως εκ της Μητροπόλεώς του, επί τω λόγω ότι είχεν υπέρ τριακονταετή εν τη Εκκλησία  Αρχιερατικήν Ποιμαντορίαν.     
Ο «αοίδιμος Μητροπολίτης πρώην Ηλείας κυρός Γερμανός καθ' ολόκληρον το διάστημα της ποιμαντορίας του ειργάσθη, ίνα οι μνημονευθέντες εν αρχή λόγοι του Αποστόλου Παύλου γίνουν πραγματικότης δι’ αυτόν και το ποίμνιόν του. Πώς δηλαδή δια της εν Χριστώ αναγεννήσεως και της πνευματικής καλλιέρ­γειας να διατηρηθούν αυτός και οι πιστοί αδιασπάστως ηνωμένοι μετά της κεφαλής της Εκκλησίας Σωτήρος ημών Ιησού Χρίστου, ώστε δια του θανάτου να σπείρεται μεν εν ασθενεία, ατιμία και φθορά, να έχει όμως την βεβαιότητα, ότι διά της δυνάμεως του αναστάντος Κυρίου θα εγερθή εν δυνάμει, αφθαρσία και δόξη.     
Ο μακαριστός Ιεράρχης υπήρξεν ευγενής εις τους τρόπους, διακριτικός εις τας εκδηλώσεις, αυστη­ρός εις τας αρχάς του, επιεικής εις τους αδυνάτους, περίσκεπτος, αλλά και αμετακίνητος εις τας αποφά­σεις του, προσεκτικός εις τας συναναστροφάς του, με­τρημένος εις τους λόγους του, σταθερός εις τας ενεργείας του. Προσπαθούσε να προλαμβάνη, όσον του ήτο δυνατόν, τας παρεκτροπάς του ποιμνίου του και τα εμπόδια του έργου του, άλλα και όταν αυτά παρουσιάζοντο, με αγάπη, υπομονή και σταθερότητα ηγωνίζετο να τα διορθώνει και να τα αφαιρεί. Ιδιαιτέρως επρόσεχε «μηδεμίαν εν μηδενί διδόναι προσκοπήν, ίνα μη μωμηθή η διακονία» (Β' Κορινθ. ΣΤ’ 3).     
Βεβαίως δεν υπήρξεν ο αείμνηστος Ιεράρχης εις την διακονίαν του αλάθητος. Ειργάσθη όμως με σύνεσιν και βαθύ εκκλησιαστικό φρόνημα. Είναι χαρα­κτηριστικών το γεγονός, ότι μετά την αναγκαστικήν αποχώρησίν του εκ της Μητροπόλεως Ηλείας, εις ουδεμίαν αντεκκλησιαστικήν ενέργειαν προέβη διά την επαναφοράν του ούτε τότε ούτε μετά την κατάργησιν της δικτατορίας. Ακριβώς διότι δεν ήθελε να δημιουργήση ζητήματα εις την Εκκλησίαν, δεν ήθελε να δημιουργούνται σκανδαλισμοί των συνειδήσεων των πι­στών, «υπέρ ων Χριστός απέθανε» (Ρωμ. ΙΔ’ 15). Έλεγε πάντοτε ο αείμνηστος  «Ηδυνάμην εντόνως να διαμαρτυρηθώ, διότι άνευ αιτίας, χωρίς καμίαν απο­λύτως κατηγορίαν και αναπολόγητος εξεδιώχθην. ΄Ο­μως εις ουδέν προέβην, διά την ησυχίαν της Εκκλη­σίας». ΄Ετσι εφησύχασε πραγματικά έκτοτε και έστρεψε την δραστηριότητά του εις την συγγραφήν ψυχωφελεστάτων βιβλίων διά την πνευματικήν οικοδομήν των χριστιανών, τα οποία δωρεάν πάντοτε τους απέστελεν.     
Εκοιμήθη εν Κυρίω την 14 Φεβρουαρίου του έτους 1982, την 15ην Φεβρουαρίου μεταφέρθη η σορός του εις Πύργον, την 16ην έγινε η νεκρώσιμος Ακολουθία εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν Αγ. Νικολάου και ετάφη εις το Α' Κοιμητήριον (Άγιοι Πάντες Πύργου) Πύργου.

 

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (κατά κόσμον Ηλίας Βασιλόπουλος) 1968-1981. Γεννήθηκε στο Κρυονέρι Αμαλιάδος την 27-1-1923 από τον Ιωάννην και την Κωνσταντίναν, το γένος Γεωργίου Μπισιώτη, εκ Μαρκοπούλου Αττικής καταγομένης. Οι γονείς του από το 1926, λόγω ευρέσεως εργασίας μετώκισαν εις Χάβαρι όπου εκεί εμεγά;ωσε και πήγε Σχολείον ο αείμνηστος Αθανάσιος. Σε ηλικία 13 ετών έγινε μαθητευόμενος σαγματοποιός και έπειτα βοηθός σε κατάστημα αποικιακών στην Αμαλιάδα. Αργότερα βρέθηκε υπάλληλος σε πιλοποιείον στην Πάτρα και στην Γερμανική κατοχή επιστρέφει στο Χάβαρι. Το 1945 είναι εφημεριδοπώλης στην Αθήνα και το 1946 ιεροσπουδαστής της Εκκλησιαστικής Σχολής Κορίνθου, προστατευόμενος του Μητροπολίτου Κορίνθου Μιχαήλ. Το 1949-1952 υπηρετεί την Πατρίδα ως έφεδρος Υπαξιωματικός.

Απολυθείς των τάξεων του Ελληνικού Στρατού κείρεται Μοναχός στην Ι. Μονήν Αγίου Γεωργίου Φενεού Κορινθίας και την 8-7-1952 χειροτονείται Διάκονος από τον Μητροπολίτη Κορίνθου Προκόπιον, υπηρετήσας εις διαφόρους Ναούς των Αθηνών. Μετά την λήψιν του Πτυχίου του από την Θεολογικήν Σχολήν Αθηνών την 30-11-1958 χειροτονείται από τον Μητροπολίτη Κορίνθου Προκόπιον Πρεσβύτερος, χειροθετείται εις Αρχιμανδρίτην και αμέσως αναχωρεί δια την Γαλλίαν, όπου διορίζεται Εφημέριος του Καθεδρικού Ναού Αγίου Στεφάνου Παρισίων.

Εις την Γαλλίαν εσπούδασε παιδαγωγικά εις το Καθολικόν Ινστιτούτο και Νομικά εις την Σορβόνην, εξέδιδε δε και το μικρό ενοριακό Περιοδικόν Ο ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ. Μετά πενταετή ευδόκιμον υπηρεσίαν εις το Παρίσι, μετετέθη τον Ιανουάριον του 1964 εις Αγγλίαν, ως εφημέριος του Καθεδρικού Ναού Αγίας Σοφίας του Λονδίνου. Εδώ πλέον άφησε να φανούν σε όλους η προσωπικότητα και τα πολλά του προσόντα, αναπτύξας αξιόλογον δραστηριότητα και εθνικοθρησκευτικήν δράσιν. Ιδίως επεδόθη εις την πνευματική ενίσχυσι και συμπαράστασι των εξ Ελλάδος και άλλων μερών του Ελληνισμού ερχομένων Ελλήνων συμπατριωτών εις Λονδίνον δια λόγους υγείας. Εις το Λονδίνο ίδρυσε τις οργανώσεις ΣΤΕΓΗ ΝΕΟΤΗΤΟΣ του Καθεδρικού Ναού Αγίας Σοφίας και του Ορθοδόξου Χριστιανικού Ομίλου Κυριών και Δεσποινίδων Η ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΘΕΗ Η ΑΘΗΝΑΙΑ, οι οποίες εδημιούργησαν μια θαυμαστή χριστιανική και εθνική Ελληνική δράσι εις την μεγάλην αυτήν πρωτεύουσα. Έθεσε επίσης τις βάσεις δια την λειτουργίαν του Ελληνικού Ξενώνος του Λονδίνου. Εχρημάτισεν επί τριετίαν Πρόεδρος του Ιερατικού Συνδέσμου των Ορθοδόξων Ιερέων της Μεγάλης Βρετανίας, Γραμματεύς του Επισκοπικού Δικαστηρίου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, ως και Διευθυντής του Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων αυτής.

Την 19ην Νοεμβρίου του 1968, μετά 10 χρόνια ποιμαντικής διακονίας εις την ξένην, ο Αθανάσιος εκλέγεται και την 24-11-1968 χειροτονείται Μητροπολίτης Ηλείας εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν Αθηνών.

Η μεγάλη προσφορά του αειμνήστου ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ εις την Μητρόπολιν Ηλείας θα γραφή ασφαλώς με χρυσά γράμματα εις την ιστορίαν της Τοπικής Εκκλησίας και την ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος γενικώτερον. Ο αείμνηστος ετόνωσε το θρησκευτικό και εθνικό αίσθημα των κατοίκων της Ηλείας και προς τούτο μνημονεύομε δειγματοληπτικά τις εξής ενέργειές του:

1. Ίδρυσε (ανέγειρε και λειτούργησε) πλήν των πολλών Ιδρυμάτων, και τα Ενοριακά Πνευματικά Κέντρα, όπως στο Κολύρι και στην Αμαλιάδα (Παπαχριστοπούλειος Βιβλιοθήκη), Γαστούνη, Βαρθολομιό και Καβάσιλα.

2. Καθιέρωσε την Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος ως ημέρα κοινής συναντήσεως των ακροατών των θείων κηρυγμάτων πασών των ενοριών της Μητροπόλεως εις διαφορετικόν κατ'  έτος τόπον, με ανεπανάληπτες και ανεξίτηλες στην καρδιά των πιστών εκδηλώσεις.

3. Ετίμησε με προτομές Κληρικούς ήρωες του Αγώνα του 1821, ως η Προτομή του Επισκόπου Ωλένης Φιλαρέτου εμπρός στον Μητροπολιτικόν Ναόν Αγίου Νικολάου Πύργου, του Παπακοσμά Ζώρα του Κουμανιώτη στο Κούμανι και του Παπα-Νικόλα Παπαδοπούλου στο Βασιλάκι.

4. Αντέδρασε δημόσια όταν αποτολμήθηκε υπό της Δικτακτορίας η κατάργησις του Τιμίου Σταυρού από τον ιστόν των Σημαιών των Σχολείων και η αντικατάστασίς τους δια μεταλικής σφαίρας. Εδημιουργήθη τότε θόρυβος και αρκετά εταλαιπωρήθη δια τούτο ο αείμνηστος.

5. Την φιλοξενείαν στην Ηλείας δι' ένα έτος 415 Ελληνόπουλοων της Κύπρου το 1974.

6. Τέλος δια την γενικωτέραν εν τη Εκκλησία της Ελλάδος δράσιν του, δεν μπορούμε να μην μνημονεύσομε την προσπάθειάν του λύσεως του ζητήματος των 12, παραχωρών τμήμα της Μητροπόλεώς του.

Ο Μητροπολίτης Αθανάσιος την 16ην Αυγούστου του 1981, μετά από ένα κοπιώδες Δεκαπενταύγουστο, ανεχώρησε με μηνιαίαν κανονικήν άδειαν δια την Ιταλίαν δια ποσιοθεραπεία, προς θεραπείαν της χολής του. Την νύκτα της 1ης πρός 2αν Σεπτεμβρίου, επιστρέφων εις Ελλάδα, εκοιμήθη εν Κυρίω εις την Φλωρεντίαν της Ιταλίας από καρδιακόν έμφραγμα. Το Ελληνικόν Προξενείον του Λιβόρνου της Ιταλίας στο υπ' αριθμ. Πρωτοκ. 2659/7-9-1981 Πιστοποιητικόν του "πιστοποιεί ότι εκ του συνημμένου σε Φωτοστατικό αντίγραφο Πιστοποιητικού Νοσοκομείου Φλωρεντίας, Ινστιτούτου Ιατροδικαστικής, της 03-09-1981, Ο Μητροπολίτης Ηλείας ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ απεβίωσε αιφνιδίωςις την 02-091981 εις Φλωρεντία (Ιταλία) από ΚΑΡΔΙΑΚΟ ΕΜΦΡΑΓΜΑ (ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΣ ΑΡΤΗΡΙΑΣ - ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ)".

Την 8ην Σεπτεμβρίου ο αδελφός του Άγγελος, ο Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ. ΑΝΘΙΜΟΣ και ο νυν Μητροπολίτης Ηλείας κ. ΓΕΡΜΑΝΟΣ, έφεραν από την Φλωρεντίαν εις την Αθήνα το σώμα αυτού, αυθημερόν ο νεκρός μετεκομίσθη εξ Αθηνών εις Πύργον όπου ετέθη εις λαϊκόν προσκύνημα και την επομένην 9 Σεπτεμβρίου το απόγευμα εψάλη η Νεκρώσιμος Ακολουθία, πανδήμως.

Κατ'  επιθυμίαν του ετάφη εις την ιστορική Ιερά Μονήν της Φραγκαβίλλας Αμαλιάδος, ένθα είχε ιδρύσει και το λειτουργούν εκεί Εκκλησιαστικόν Οικοτροφείον Αρρένων Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ. Επί του τάφου του έχει στηθή και η Προτομή του.


ΓΕΡΜΑΝΟΣ (κατά κόσμον Ιωάννης Παρασκευόπουλος του Γεωργίου και της Κωνσταντίνας) 1981-2023. Γεννήθηκε στον Καρδαμά Ηλείας τον Φεβρουάριο του 1932 όπου ετελείωσε το Δημοτικόν Σχολείον. Το 1946 εγγράφεται εις την Επτατάξιον Εκκλησιαστικήν Σχολήν Κορίνθου και το 1953 εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, αποφοιτήσας τον Φεβρουάριον του 1958.

Στρατευθείς υπηρέτησεν επί 30 μήνες εις τον Στρατόν ξηράς και την Αεροπορίαν, ως έφεδρος Ανθυποσμηναγός.

Στις 8 Νοεμβρίου 1960 κείρεται μοναχός εις την Ι. Μονήν Παναγίας Σκαφιδιάς από τον Μητροπολίτην Ηλείας Γερμανόν και μετονομάζεται εις Γερμανόν. Την 20ην Νοεμβρίου του ιδίου έτους χειροτονείται Διάκονος εις τον Ιερόν Ναόν Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Καρδαμά και την 6ην Δεκεμβρίου Πρεσβύτερος εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν Αγίου Νικολάου Πύργου υπό του Μητροπολίτου Ηλείας Γερμανού, χειροθετηθείς Αρχιμανδρίτης. Υπηρέτησεν επ' ολίγον ως Εφημέριος εις τις Ενορίες Βρανά – Βαρθολομιού και Σκουροχωρίου και τον Σεπτέμβριον του 1961 διωρίσθη τακτικός Ιεροκήρυξ και Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος, Πρωτοσυγκελλεύων, μη υπάρχοντος Πρωτοσυγκέλλου.

Τον Μάρτιον του 1979 διωρίσθη Α' Γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και την 1ην Οκτωβρίου 1981 εξελέγη Μητροπολίτης Ηλείας.


Την 3ην Οκτωβρίου 1981 εχειροτονήθη Επίσκοπος εις τον Ι. Ναόν Αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου Αθηνών υπό του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου ΣΕΡΑΦΕΙΜ και την 24ην Οκτωβρίου ενεθρονίσθη εις τον Ι. Ναόν Αγίου Νικολάου Πύργου, διακονών Αρχιερατικώς μέχρι σήμερα.

Την 24η Αυγούστου 2022 υπέβαλε την παραίτησή του η οποία και έγινε αποδεκτή από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, αναγνωρίζοντας το σημαντικό Ποιμαντικό έργο του, εν Συνεδρία την 7-9-2022 του απένειμε το ανώτατον Παράσημον της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Χρυσούν Σταυρόν του Αποστόλου Παύλου.